Τρίτη 30 Απριλίου 2024

ΣΚΛΑΒΟΣ – ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ – ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ

 Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ

ΣΚΛΑΒΟΣ – ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ – ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ

 

Ι

Η επαφή μου με το έργο του Σκλάβου και η έρευνά μου για αυτό ενεργοποίησε έναν απίθανο διανοητικό μηχανισμό. Ο Σκλάβος αποδέσμευσε όλες τις ερευνητικές μου τάσεις και δυνατότητες προς πολλές κατευθύνσεις, πρώτιστα προς την Αισθητική, αλλά και γενικότερα προς την Κριτική θεωρία. Αλλά και η Αισθητική σύμφωνα με το πνεύμα της Κριτικής θεωρίας του Χάουζερ, του Φίσερ, του Γκολντμάν κ.α. έγιναν πλέον η κύρια θεωρητική και πνευματική μου κατάσταση.

Χάριν του Σκλάβου μπαίνω στην Κριτική θεωρία και την Αισθητική κατά τρόπο συστηματικό και αναπόδραστο πλέον.

Οι ανάγκες κατανόησης και ερμηνείας της μοντέρνας γλυπτικής, ειδικής μορφής κοινωνικής εργασίας, και του έργου του Σκλάβου  ειδικότερα, κεφαλλονίτη και έλληνα γλύπτη της παρισινής πρωτοπορίας, απαιτούσε μια έρευνα που αναβάθμιζε σε πολύ υψηλά ποιοτικά επίπεδα την όλη μέχρι τότε προσπάθειά μου κριτικής θεωρητικοποίησης.

Στην ουσία για μια μεγάλη περίοδο δεν ζούσα παρά μόνο μελετώντας και ερευνώντας το έργο και το ηρωικό παράδειγμα του Σκλάβου1. Τα πάντα οριοθετούνταν  για εμένα  πλέον σε σχέση με το Σκλάβο.: Πριν τη γνώση μου του Σκλάβου και του έργου του και μετά. Στην περίοδο πριν και μετά τον Σκλάβο. Ακόμη και η Κριτική θεωρία και η Αισθητική προσεγγιζόνταν από εμένα υπό την οπτική του Σκλάβου, της μορφής του έργου του, της απαίτησης της πρωτοπορίας, της ιστορικής εμβέλειάς του. Υπ’ αυτή την έννοια όλη η μετέπειτα έρευνα και θεωρητικοποίησή μου είναι  λιγότερο ή περισσότερο, άμεσα ή έμμεσα σκλαβική, με την έννοια της ρητής ή υπόρρητης επίδρασής μου από τον Σκλάβο και το πρωτοπόρο πνεύμα του.

Δουλειά γλυπτικής με το καλέμι και τον μαντρακά σημαίνει δουλειά με το πνεύμα, δια του πνεύματος, αναβάθμιση του πνεύματος. Η πνευματικότητα των μοντέρνων και αφηρημένων μορφών του έργου του Σκλάβου έρχεται από μακριά, έχει βαθειές ιστορικές καταβολές και προσβλέπει επίσης μακρυά, αλλά πριν από όλα στην άμεση πνευματική αναβάθμιση του ανθρώπου – παρατηρητή – μελετητή του έργου του.

Η πρόκληση του Σκλάβου είναι τέτοια που ενεργοποιεί κάθε δυνατή ή υπαρκτή πνευματική ικανότητα για την κατανόηση και την σύλληψή του, έτσι ώστε δημιουργεί διαρκείς εντασιακές προκλήσεις η συστηματική διαδικασία αυτή της κατανόησης. Ακόμη φθάνει σε κάποια όρια η διαδικασία αυτή, και οπωσδήποτε  καλεί τον ερευνητή να τα υπερβεί. Και όσο συνεχίζεται η εκ των πραγμάτων μακροχρόνια αυτή ερευνητική διαδικασία, τόσον η κατανόηση και η επικοινωνία με το έργο του Σκλάβου γίνεται ακόμη πιο προκλητική, σε ένα ερευνητικό ταξίδι διανοητικών και θεωρητικών εντάσεων χωρίς τέλος, από ότι φαίνεται…

Και η Κριτική θεωρία καλείται συνέχεια να εμπλουτιστεί, να αυτοστοχαστεί,  προκειμένου ν’αντιπαρέλθει στο έργο της εμμενούς κατανόησης του Σκλάβου και του έργου του. Ακόμη η Κριτική θεωρία ωθείται προς μια αυτοτελή, ακόμη και αυτόνομη ώθηση προς την έρευνα. Αλλά όσο κινείται προς την αυτονομία, κατά τρόπο ίσως  παράδοξο, κληρονομιά των μεγάλων παραδοξοτήτων του μοντερνισμού, άλλο τόσο επιστρέφει στην αρχική εκκίνηση της, δηλαδή στον Σκλάβο και το έργο του, και αποπειράται νέες θεωρητικοποιήσεις με στόχο την πληρέστερη και πάντα ανανεωμένη κατανόησή του. Και η διπολική αυτή πορεία κρατάει χρόνια (από το 1985) μέχρι  σήμερα, και βέβαια στην εποχή της παγκοσμιοποίησης αποκτά νέες, ακόμη πιο αγωνιώδεις, υπαρξιακές ίσως, διαστάσεις.

Βέβαια το κύριο ζητούμενο ήταν από την αρχή της περιπέτειάς μου αυτής με τον Σκλάβο η σύλληψη και η επεξεργασία ενός ερμηνευτικού μοντέλου του έργου του, αλλά και της μοντέρνας και ειδικότερα της αφηρημένης γλυπτικής. (Σχέσεις μέρους με το όλον και αντίστροφα). Η προσπάθειά μου  υλοποιήθηκε με τη συγγραφή του Διδακτορικού μου, αλλά συνεχίζεται ασταμάτητα μέχρι σήμερα και προς την κατεύθυνση της επεξεργασίας, της εμβάθυνσης της Κριτικής θεωρίας γενικότερα, με αιχμή βέβαια πάντοτε την Αισθητική, και την Αισθητική του Σκλάβου2 ειδικότερα.

 

ΙΙ

Ο Σκλάβος έθεσε τις βάσεις για την δημιουργία ενός ανοιχτού συστήματος αισθητικής σκέψης, μοντέρνου πάντοτε και αφηρημένου, αυτοτροφοδοτούμενου και αυτο-ανανεώμενου, όσο  υπάρχει αλλοτρίωση και πραγμοποίηση ως άρνηση-φυγή-ξεπέρασμά τους. Ως Αισθητική απάντηση σε αυτές και συγχρόνως ως διαφυγή από το υπάρχουν ορθολογικοποιημένο και αλλοτριωμένο ολικά σύστημα.

Το έντονο κεφαλλονίτικο κριτικό αμφισβητησιακό πνεύμα του Ζερβού της διασποράς συνενώθηκε με αυτό του Σκλάβου, έδωσε ένα έργο σε όλη του την έκταση πρωτοπόρο, του ανώτατου πνευματικού επιπέδου που ήταν δυνατό,  και που ως τέτοιο παραμένει αλώβητο στον χρόνο, στο διηνεκές. Τα υψηλά πνευματικά-διανοητικά μηνύματά του, η προχωρημένη μορφοπλαστική του επεξεργασία και η μόνιμη πνευματική διέγερση και αναβάθμιση που προκαλεί παραμένουν πάντοτε αναφορά. Ένα αξεπέραστο, ανυπέρβλητο παράδειγμα. Μια αναπότρεπτη αναφορά.

Ο πνευματικός κόσμος του Σκλάβου (του Μπονάνου, του Στέρη, του Στάμου, του Βαλσαμάκη, του Μπεκατώρου κ.α.): μεταπολεμική ακόμη κοινότητα και κοινωνία. Η αρχόμενη άγρια αστικοποίηση: Βλ. τις θεωρητικοποιήσεις των Μαρξ, Ζίμελ, Τόνις, Μπένζαμιν, Λεφέβρ, Γκολντμάν, Σχολή Φρανκφούρτης.

Σκλάβος: Ως μοντέρνος γλύπτης είχε μια ενιαία μορφοποίηση χρησιμοποιώντας και τις δύο αντίθετες και διαφορετικές τεχνικές της γλυπτικής, το πελέκημα μαρμάρου, πέτρας, ξύλου και το χύσιμο μετάλλων1*. Τα έργα, αν και με σοβαρές μορφολογικές διαφορές αυτών των δύο τεχνικών, στο γενικότερο μορφολογικό επίπεδο έχουν ενιαία αντίληψη, σύλληψη, υπόσταση: Μοντέρνα και αφηρημένη, χωρίς μάλιστα κάποια ριζική, θεμελιώδη αντίθεση μεταξύ τους.

Λίγοι γλύπτες κατόρθωσαν να δημιουργήσουν  με την ίδια επιτυχία μια  ενιαία  διαμόρφωση και χρησιμοποιώντας τις δυο αυτές ριζικά διαφορετικές τεχνικές.

Το πελέκυμα έχει άμεση σχέση – είναι προέκταση του Artisanat, ενώ το χύσιμο των μετάλλων είναι βιομηχανική τεχνική.

Το ζητούμενο ήταν πάντα για τον Σκλάβο η δημιουργία μοντέρνων και αφηρημένων μορφών, ανεξάρτητα των δύο αυτών τεχνικών που χρησιμοποιούσε, των υλικών, των διαδικασιών δημιουργίας κ.α., με ένταση, ακτινοβολία, πνεύμα… Ενός κριτικού περιεχομένου ως προϊόντος μιας καθορισμένης δομικά μετατρεπτικής - μετασχηματιστικής άρνησης, πάντοτε μιας καθορισμένης κοινωνικής σχέσης.

 

ΙΙΙ

O Σκλάβος με το παράδειγμά του, αλλά κυρίως με το έργο του από τη στιγμή που ήλθα σε επαφή μαζί του μέσα σε δύσκολες συνθήκες στο Παρίσι, μου δημιούργησε τη δυνατότητα να ζω σε ένα επίπεδο πνεύματος. Να έλθω σε επαφή με το πνεύμα να αποκτήσω, να βιώσω ένα διαρκές πνευματικό στοιχείο. Να αρθώ σε ένα ανώτερο πνευματικό επίπεδο. Να ξεπεράσω την υπάρχουσα μίζερη ζωή και ν’αρθώ σε ένα επίπεδο πνεύματος που μέχρι τότε, παρά τις γνώσεις και τις εμπειρίες μου, δεν είχα φανταστεί, και που μόνο ένας μεγάλος πρωτοπόρος καλλιτέχνης μπορεί να δημιουργήσει με το υψηλό και πνευματικό – παραδειγματικό έργο του. Με τις πρωτοπόρες και ζωοδότρες μορφές διαρκώς μορφές του. Από τότε υπάρχει η πριν και η μετά περίοδός μου.

Ο Σκλάβος ήταν και είναι η μελέτη μου. Το έργο - καμπή μου. Η μέχρι τότε όλη έρευνά μου και η μετά. Στη συνέχεια, ότι και να έκανα, ήταν ως ένα βαθμό, άμεσα ή έμμεσα στη συνέχεια της έρευνας – μελέτης μου για τον Σκλάβο. Σε κάθε περίπτωση ο Σκλάβος με αναβάθμισε, ακόμη με ώθησε καταλυτικά προς την Κριτική θεωρία και την Αισθητική της για να τον κατανοήσω σε βάθος, να προσπαθήσω να συλλάβω το νόημα των μορφών του, τη βαθύτερη ουσία του όλου πρωτοπόρου, μοντέρνου και αφηρημένου έργου του, με ξεχωριστή θέση στην Σχολή του Παρισιού και στο ρεύμα της Ανήμορφης τέχνης γενικότερα. Οπότε το έργο μας  αναπτύσσεται πλέον ως ένα δίπολο: Σκλάβος – Κριτική θεωρία και Αισθητική.

Είναι δε σχεδόν βέβαιο ότι χωρίς το σοκ της επαφής μου με τον Σκλάβο ίσως να μην είχα κάνει τίποτα το σημαντικό και ξεχωριστό. Η ερευνά μου δε που έκανα τότε συστηματικά για την κοινωνική διαίρεση της εργασίας (και η οποία κατέληξε από Διδακτορικό του Παν/μίου αρχικά, που είχε εγκριθεί,  στην Maitrise Φιλοσοφίας) απέκτησε άλλες  διαστάσεις, φωτίστηκε και αυτή από τον αδυσώπητο αγώνα της μοντέρνας τέχνης και ειδικότερα του Σκλάβου για να την ξεπεράσει, ακόμη και να την καταργήσει…

Αντόρνο – Σένμπεργκ

Β.Φ. – Σκλάβος

Οι φρανκφουρτιανοί, οι κοινωνιολόγοι και φιλόσοφοι και όχι οικονομολόγοι: ο ρόλος της αισθητικής.

Η κοινωνιολογία της γνώσης, της τέχνης και της κουλτούρας και Σκλάβος.

Η κοινωνιολογία της εργασίας και Σκλάβος.

 

IV

Σκλάβος – Κριτική θεωρία

Κοινωνιολογία της γνώσης (Λ. Γκολντμάν), Αισθητική

Σκλάβος – Κριτική θεωρία – Αισθητική

Λόγος υπαινικτικός, ανοιχτός, δυναμικός, συνειρμικός, καινοτόμος, αποσπασματικός, παρατακτικός, επαγωγικός, κριτικός, ακόμη και αυτοαναφορικός

 

Ούτε το κείμενο αυτό, ούτε και πολλά άλλα, καθώς και η όλη στροφή μας προς την Αισθητική δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την επαφή μας με το έργο του Σκλάβου, τη μελέτη του, αλλά και τη μελέτη του Σκλάβου γενικότερα ως πρωτοπόρου γλύπτη. Ακόμη μπορεί και να παράμεναν στην αφάνεια οι πρωθύστερες έρευνές μας για την κοινωνική εργασία,  το εργατικό και το κοινωνικό κίνημα, καθώς και για την κοινωνική διαίρεση της εργασίας. Με την έρευνά μας αυτή για τον Σκλάβο ανασύρθηκαν στην επιφάνεια, και μάλιστα έγιναν κεντρικές, συμφωνώντας και επικροτώντας ο Ο. Ρεβώ ντ’ Αλλόν. Στη συνέχεια  η έρευνά μας πήρε άλλες διαστάσεις, αναβαθμίστηκε, συστηματοποιήθηκε και επεκτάθηκε σε όλα σχεδόν τα θέματα της κοινωνικής θεωρίας και της Αισθητικής της μοντέρνας τέχνης, με έμφαση πάντοτε στην αισθητική της μοντέρνας γλυπτικής, με επίκεντρο, αναφορά την κοινωνική διαίρεση της εργασίας, το Artisanat, τη διαλεκτική του Artisanat με την καλλιτεχνική εργασία, και κυρίως του πελεκήματος από τον μεγάλο γλύπτη -καλλιτέχνη  - της πρωτοπορίας Σκλάβο, αλλά και τους άλλους μεγάλους γλύπτες της μοντέρνας τέχνης: Ροντέν, Μπρανκούζι, Μοντιλιάνι, Τζιακομέττι κ.α.

 

ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ – ΣΚΛΑΒΟΣ – ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

 

               Μοντερνισμός                                                Σκλάβος

 

 

                                                   Κριτική Θεωρία

Η έρευνά μου για τον Σκλάβο, οι υψηλές απαιτήσεις για το διδακτορικό Αισθητικής στη Σορβόννη, υπό την διεύθυνση του O. Revault d’ Allonnes  και η παρακολούθηση με συνεχή συμμετοχή του Σεμιναρίου μεθοδολογίας του Fr. Châtelet την ίδια περίοδο, με οδήγησαν σε μια ολική έρευνα για την Κριτική θεωρία και την Αισθητική ειδικότερα, καθόσον χωρίς αυτήν θα ήταν αδιανόητη, αδύνατη η σύλληψη της σημασίας, ακόμη και την ουσία του έργου του πρωτοπόρου και μοντέρνου γλύπτη Σκλάβου. Συγχρόνως η συστηματική αυτή ερευνητική διαδικασία, αρκετά σύνθετη, ακόμη και πολύπλοκη, με οδήγησαν γρήγορα, με βάση και τη συστηματική έρευνα και μελέτη μου της ιστορίας και της αισθητικής της μοντέρνας τέχνης, στην επισήμανση της αξεπέραστης αξίας της πρωτοπορίας και του Μοντερνισμού γενικότερα.

Οπότε διαπίστωση-θέση: Χωρίς την πρωτοπορία και τον Μοντερνισμό  δεν υπάρχει Σκλάβος, αλλά ούτε και Κριτική θεωρία. Ποιες είναι οι ακριβείς σχέσεις τους, οι αλληλεπιδράσεις, οι επιρροές τους, προσπαθώ όλα αυτά τα χρόνια να διερευνήσω  και ν’αναδείξω στα θέματα αυτά.

Άλλη διαπίστωση – θέση: Χωρίς την Κριτική θεωρία, και ειδικότερα την Αισθητική της, δεν είναι δυνατή η όποια επιστημονική-θεωρητική διερεύνηση. Οπότε έρευνα συγχρόνως και για την Κριτική θεωρία και την Αισθητική αυτοτελώς, αλλά βέβαια και σε σχέση με τον Σκλάβο,  τη μοντέρνα γλυπτική και τη μοντέρνα τέχνη. Αλλά και έρευνα για την Κριτική θεωρία που συνεχίζουμε ακόμη ανανεωμένη, επικαιροποιημένη στην εποχή της κρίσης της παγκοσμιοποίησης, που είναι η σημερινή.

Η αλληλεπίδραση βέβαια της έρευνας για την Αισθητική του Σκλάβου και του έργου του, που ήταν η αφετηρία, που μετά από μια έντονη συμμετοχή μου στο Κίνημα και στις θεωρητικές αναζητήσεις του, με οδήγησε πλέον στη θεωρία, στην Κριτική θεωρία ως αυτόνομη πλέον κατάσταση, σε τρόπο ζωής, σε λόγο ύπαρξης. Στην ταύτιση λοιπόν της θεωρίας με τη ζωή και αντίστροφα, μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες πλέον συνθήκες, καθόσον η προϊούσα αποϊδεολογικοποίηση δυσχέραινε όλο και περισσότερο την κριτική έρευνα.

Η συμμετοχή της ιδεολογικής παραμέτρου μέχρι το δεύτερο έτος του Διδακτορικού μου ήταν περισσότερο υπόρρητη. Μια έντονη όμως συζήτησή μου με την O. Revault d’ Allonnes για την ιδεολογική κριτική, το status της ιδεολογίας κ.τ.λ. στη σύγχρονη (τότε) νεοκαπιταλιστική κοινωνία σε κρίση, και υπό την ισχυρή πάντα επίδραση του Γκράμσι και του Μαρκούζε με οδήγησαν στη θέση-τομή  περί αυτονομίας της ιδεολογικής κριτικής, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που η αισθητική, η όποια αισθητική προσδιορίζεται άμεσα ή έμμεσα, ρητά ή υπόρρητα από την ιδεολογία ή  ακόμη καλύτερα από την ιδεολογική κριτική, έτσι ώστε και η ίδια η ύπαρξή της ή μη προσδιορίζει καθοριστικά μάλιστα την ύπαρξη ή μη του μοντερνισμού γενικά ως ριζοσπαστικού-ιστορικού αισθητικού και κοινωνικού κινήματος (ή μη).

Με άλλα λόγια η συστηματική τότε (1984-86) έρευνά μου για τον Σκλάβο ήταν η απαρχή και για την έρευνα με εξίσου συστηματικό μάλιστα τρόπο και για την Κριτική θεωρία. Έτσι η έρευνα αυτή μου επέτρεψε στη συνέχεια τη συστηματική ανασυγκρότηση, αναδόμηση, επικαιροποίηση έστω και μερικών πτυχών της Κριτικής θεωρίας.  Στην ανάδειξή της στη ΘΕΩΡΙΑ σήμερα που έχει ανάγκη ο άνθρωπος και η κοινωνία για την απελευθέρωσή τους, παραμένοντας πάντοτε μοντέρνο,  όπως διακήρυσσε ο Ρεμπώ. Και ως γενικότερο συμπέρασμα – θέση βγαίνει από αυτή την έρευνα ότι η απελευθέρωση θα πραγματοποιηθεί με όρους μοντέρνους, μοντερνιστικούς, μοντερνισμού ή δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ.

Με βάση και αναφορά το έργο, το ιστορικό όσο και τραγικό και συνάμα μοναδικό παράδειγμα  του Σκλάβου, η έρευνά μου για την Κριτική θεωρία και την Αισθητική ειδικότερα, αποκτά άλλη διάσταση, πολύ πέραν από μια απλή και συγκεκριμένη έρευνα. Η θέαση, αλλά και η επίτευξη της σύλληψης  της ολότητας διαφορετικά χάνονται, όπως χάνεται και το καθεστώς της ολότητας της θεωρίας και του Σκλάβου, ως ουσιαστικά αυτοτελείς και αλληλοσυμπλεκόμενες συγχρόνως ολότητες.

Για κάποιον που δεν γνωρίζει στοιχειωδώς τον Σκλάβο είναι δύσκολο να καταλάβει τη μοναδική οντότητα, άρα και την επίδρασή του, άμεσα ή έμμεσα στην όλη συγκρότηση της αναγκαίας και επιβαλλόμενης θεωρητικοποίησης. Της ίδιας πλέον της Κριτικής θεωρίας και της αισθητικής, κατά τρόπον ανάλογο της σχέσης του Τέλους του παιχνιδιού  του Μπέκετ (σύγχρονο με τον Σκλάβο) για τη διαμόρφωση της Αισθητικής θεωρίας του Αντόρνο (και βέβαια όλου του έργου του Μπέκετ, του Κάφκα, του Σένμπεργκ, του Μπεργκ κ.α., δηλαδή των καλλιτεχνικών-αναφορά του Αντόρνο). Όμως στην περίπτωση του Σκλάβου κάτι το μυστηριακό συμβαίνει, κατά τρόπο ανεξήγητο, ακόμη ίσως και ασύλληπτο. Η δύναμη του παραδείγματός του, της αυτόνομης και αυτοτελούς πρωτοπόρας ύπαρξης και πρακτικής του στο μεταπολεμικό Παρίσι, ξεπερνά κατά πολύ την όποια προκατασκευασμένη θεωρητικοποίηση και νόρμα και καλεί συνέχεια σε θεωρητικές ανασυγκροτήσεις και αναβαθμίσεις. Η σύλληψη του περιεχομένου της αλήθειας του έργου του, όπως θα έλεγε και ο Αντόρνο, ξεπερνά κατά πολύ την όποια προκατασκευασμένη θεωρητικοποίηση…

Τελικά η έρευνα για τον Σκλάβο, πέραν από την όποια δυνατή ή μη θεωρητικοποίηση περί πρώτων αιτίων ή μη, συμπλέκεται με την έρευνα για την Κριτική θεωρία και τον Μοντερνισμό, συγκροτώντας ουσιαστικά ένα νέο κατά πολύ πιο σύνθετο από την κάθε μια από αυτές τις συνιστώσες ΟΛΟΝ.

Ποιος θα είναι ο πρώτος πόλος και ποιος ο δεύτερος κ.τ.λ. αυτής της πολύπλοκης σχέσης μεταξύ Σκλάβου, Κριτικής θεωρίας και Μοντερνισμού δεν έχει κανένα νόημα. Αυτό που έχει σημασία είναι η θεωρητικοποίηση του όλου, το όλο πρόβλημα που εκφράζει και αποτυπώνει ανάλογα αυτή τη διαλεκτική, και που αναδεικνύει πέραν από όλα τα άλλα τη σημασία  του πνευματικού - πολιτισμικού εποικοδομήματος, του αυτόνομου ρόλου της πρωτοπόρας τέχνης και σκέψης, της αξεπέραστης ιστορικής ιδιομορφίας της μοντέρνας  και ιδίως της αφηρημένης γλυπτικής στην χώρα του Φειδία, πέραν από κρίσεις, περιπέτειες, καταστροφές…

 

KΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ – ΝΕΟ-ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ - ΣΚΛΑΒΟΣ

Ο νεομαρξιστικός ουμανισμός, λιγότερο ή περισσότερο  επηρεασμένος από τον επαναστατικό ρομαντισμό, γαλλικό και γερμανικό, το γενικότερο αναγεννησιακό, που ουσιαστικά ήταν ένα νεοεπαναστατικό πνεύμα, τον Διαφωτισμό κ.α., ήταν ένας βαθύτατα τραγικός ουμανισμός, όπως και αυτός του Σκλάβου, και γενικότερα του Αφηρημένου αμερικάνικου εξπρεσιονισμού και της γαλλικής Ανήμορφης τέχνης. Οι γενικότερες  και οι βαθύτερες κοινωνικές συνθήκες άλλαξαν ραγδαία προς μορφές κοινωνικής οργάνωσης όλο και πιο απάνθρωπες (in-hummannes), όπως έλεγε ο Γκόλντμαν. Δομικές αλλαγές στο κυρίαρχο σύστημα της οργάνωσης του ύστερου ολικά αλλοτριωτικού καπιταλισμού δεν μπορούσε να επιβάλλει το τότε κίνημα της Νέας Αριστεράς και γενικότερα της παγκόσμιας αμφισβήτησης. Το κίνημα για την αυτοδιαχείριση, η απώτερη μορφή αγώνα που έφθασε τότε η γενικευμένη αμφισβήτηση, με αιχμή την ιστορική κατάληψη-αυτοδιαχείρηση της ΛΙΠ, δεν μπόρεσε να επιβληθεί. Το κίνημα των εργοστασιακών εργατικών  επιτροπών και των καταλήψεων των εργοστασίων στη Γαλλία, στην Ιταλία ακόμη και στην Ελλάδα στη Μεταπολίτευση δεν μπόρεσε να δημιουργήσει ένα εναλλακτικό πόλο εξουσίας. Ετσι η συστηματική κριτική του συστήματος, της δομικής αλλοτρίωσής του, της διαρκούς σύμφυτης κρίσης του, που μόνο καταστροφές δημιουργεί με τον δομικό ανορθολογισμό της από το νεώτερο ανθρωπιστικό μαρξισμό γρήγορα έχασε το έδαφος κάτω από τα πόδια της.

Το σύστημα δεν καταλάβαινε τίποτα από κριτική, και οι ελάχιστες παραχωρήσεις που έκανε, όπως και ο φαινομενικός φιλελευθερισμός του γινόνταν μόνο για να κερδίσει χρόνο προκειμένου να οργανώσει μεθοδικά την πλήρη αντεπίθεσή του. Αιχμή του τα διάφορα νέα ή μάλλον «νέα» αντιανθρώπινα κηρύγματα των μεταμοντέρνων, των στρουκτουραλιστών, των αναχρονιστών κ.α.

Ο νεο-ανθρωπιστικός μαρξισμός, γαλλικός και φρανκφουρτιανός, ανάλυσε το νεοκαπιταλισμό με σύγχρονο κριτικό τρόπο. Επικαιροποίησε την κριτική του νεαρού ανθρωπιστή Μαρξ. Διεύρυνε το πεδίο της όλης θεωρητικοποίησης, συγχρόνως ανασυγκροτώντας το μοντέλο, με επίκεντρο πάντοτε την κριτική της αλλοτρίωσης και του υπερτροφικού πλέον εποικοδομήματος, το οποίο ουσιαστικά ήταν η νέα βάση του συστήματος, και πρώτιστα της ιδεολογικοπολιτικής και καπιταλιστικής αλλοτρίωσης, που μέσω αυτής κυριαρχούσε. Και με την κοινωνία της τεχνητής ευμάρειας και της κατανάλωσης για την κατανάλωση, που δημιούργησε ο νέοκαπιταλισμός, έτσι ώστε να ξεχνά την οικονομικο-πολιτική δουλεία του. Την ολική εξάρτηση και την  καταναγκαστική με ειρηνικό τρόπο υποταγή του. Η τότε μοντέρνα τέχνη και ο σινεμά των μεγάλων δημιουργών, με προεξάρχοντα τον αντορνικό Αντονιόνι, εξεγείρονται ενάντια σε αυτήν την νέα απάνθρωπη κατάσταση που δημιουργεί το σύστημα. Παλεύουν να διασώσουν το ιστορικό πνεύμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, του διαφωτισμού, της Αναγέννησης, όλων των κοινωνικών και καλλιτεχνικών επαναστάσεων, και πρώτιστα αυτών των αρχών του ΧΧου αι. Η στοχαστικότητα, όπως έλεγαν ο Μαρκούζε και ο Γκόρζ, είναι από τις συνθήκες εκ των ων ου άνευ για τη διατήρηση του σύγχρονου πνευματικού ανθρώπου ως σκεπτόμενη και δρώσα οντότητα. Η σύγχρονη δύστυχη συνείδηση, ευαισθητοποιημένη στο έπακρο μέσα στην επελαύνουσα υλιστικοποίηση των ανθρώπινων σχέσεων, της ζωής γενικότερα, των πάντων, εξεγείρεται και  αναζητά καταφύγιο, όπως έλεγε ο Αντόρνο σε παλιούς πολιτισμούς, σε πρωτόγονες καταστάσεις κ.α., που προσπαθεί να επικαιροποιήσει, ξανασυνδεόμενη μαζί της. Η σύγχρονη δύστυχη συνείδηση στη σκέψη, τη θεωρία και στην τέχνη εξεγείρεται και καταγγέλλει την κατεστημένη τάξη πραγμάτων, τη νέα και «ολοκληρωμένη αλλοτρίωση» όπως έλεγε ο Αντόρνο. Ένας από τους πρωτοπόρους καλλιτέχνες αυτού του ιστορικού ρεύματος ήταν και ο Σκλάβος, ο οποίος υπό την επίδραση του βαθύτατα ανθρωπιστικού πνεύματος του Ζερβού,  του βαθύτατου πνευματισμού του στη συνέχεια αυτού του Μ. Ψελλού που είχε μελετήσει συστηματικά (δηλαδή τον προάγγελο της Αναγέννησης) και πρωταρχικά του ανυπέρβλητου πνευματικού στοιχείου του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, επικαιροποιημένα από τη σύγχρονη οπτική των ιστορικών και νεώτερων πρωτοποριών του ΧΧου αι., υποβάλλει τον σύγχρονο υλιστικοποιούμενο πολιτισμό σε μια συστηματική κριτική.

Απέναντι σε αυτή την αρχόμενη βαρβαρότητα του επελαύνοντα ορμητικά καπιταλισμού της εποχής του (δεκαετίες 1950 και 60) αντιπαραβάλλει τις μορφές του, τον ακραίο και συνάμα ζωοδότη πνευματισμό της μορφής του, και αναζητά την απελευθέρωση δια της επανάστασης των μορφών, αισθητικών και βέβαια ιδεολογικών. Μέσα δε στη γενικότερη καταστροφή που επιφέρει ο νεοβάρβαρος καπιταλισμός μεταπολεμικά μόνο η ψυχοδιανοητική και η ψυχοπνευματική συνείδηση (conscience contenplative) του έχουν νόημα, λόγο ύπαρξης για τη σκέψη και την τέχνη. Και μόνο όπου και όσο υπάρχει αυτή απέναντι και ενάντια στον σύγχρονο αλλοτριωμένο και υλιστικοποιούμενο πλέον ραγδαία κόσμο, υπάρχει ζωή. Και ακόμη περισσότερο και κυρίως μόνο δια της θεωρησιακής συνείδησης (conscience contemplative) και της στοχαστικότητας (réflelivité) της πρωτοπορίας  έχει νόημα η ζωή, η τέχνη, ο πολιτισμός. Η ίδια η ύπαρξη. Αυτό ήταν το μέγιστο δίδαγμα, συμπέρασμα, καταστάλαγμα (résidu, κατά τον Λεφέβρ) της νεοανθρωπιστικής πρωτοπόρας τέχνης και της νεοανθρωπιστικής κριτικής θεωρίας στις δεκαετίες 1950-60-70. Μετά αρχίζει το τέλος της σκέψης και της τέχνης ως υψηλές πνευματικές οντότητες, που στη συνέχεια με την παγκοσμιοποίηση γίνεται ένας νέος πνευματικός και ιδεολογικός κρανίου τόπος. Ο κόσμος της διαμεσολάβησης, της συναλλαγής, της ιδεολογικής και πνευματικής αποσύνθεσης και ακόμη χειρότερα της διάβρωσης…

 

ΣΚΛΑΒΟΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ – Β.Φ.

 Η πρώτη εισήγησή μου, μόλις τέλειωσα το Διδακτορικό μου, με τίτλο «Ο Σκλάβος, τα Επτάνησα, ο Μοντερνισμός», στο Ε΄ Παν/κό Συνέδριο στο Αργοστόλι.

Στη συνέχεια, συστηματοποίησα και επέκτεινα την προβληματική μου για τον Σκλάβο, τη μοντέρνα τέχνη και προς τη μελέτη του μοντερνισμού στα Επτάνησα. Από το θέμα «Ο Σκλάβος κεφαλονίτης» στα Επτάνησα, στην Επτανησιακή Σχολή, στο μοναδικό πολιτισμό της για ιστορικούς λόγους, πριν αρχίσει η επέλαση της παγκοσμιοποίησης2*. 

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1*. Κατά τον μεγάλο ιμπρεσιονιστή και επαναστάτη γλύπτη M. Rossi μόνο με το χύσιμο σε εργαστήριο-εργοστάσιο των μετάλλων, σύμφωνα με ένα προκαθορισμένο μοντέλο είναι δυνατή μια πρωτοπόρα γλυπτική, μορφολογικά και αισθητικά. Αυτή η θέση φαίνεται εντελώς απόλυτη, και μάλλον προκαθορισμένη από την αντίθεση του στον Ροντέν, ο οποίος έκανε γλυπτική πελεκήματος, με πολύ ριζοσπαστικά αποτελέσματα, μορφολογικά και αισθητικά για την γλυπτική του, πριν τη μοντέρνα καμπή  με τον Μπρανκούζι,  που και αυτός χρησιμοποιούσε κυρίως το πελέκημα. Έκανε δηλαδή  γλυπτική πελεκήματος. Στη συνέχεια οι μοντέρνοι γλύπτες χρησιμοποίησαν και τις δύο αυτές τεχνικές, όπως και την συγκόλληση, αλλά και άλλες που αναδείχθηκαν στη συνέχεια, όπως τη συνένωση (assemblage) και μεικτές τεχνικές κ.α.

 

2*. Βλ. και τις αναφορές μας στο Διδακτορικό μας, και μετά τις μελέτες μας για τον Στέρη, τον Στάμο, τον Ζερβό κ.α.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1.      Βλ. τις συνεχείς και παρατεταμένες συζητήσεις μου για το Σκλάβο, εκτός από τον Σατλέ και τον  O.  Ρεβώ ντ’ Αλόν και με την Β.  Τσεκούρα, τον Κ. Ξενάκη, τον Τούγια, τον Δαραδήμο, τον Πάντο, τον Παγουλάτο, τον Σταυρόπουλο, τον Παπαδάκη (εκδότη του περιοδικού Σήμα) και με πολλούς άλλους καλλιτέχνες και κριτικούς ή θεωρητικούς της τέχνης.

2.      Βλ. και τις τέσσερις εκδόσεις του βιβλίου μου για τον Σκλάβο στις εκδ. Παρουσία, Παπαζήση,  Αρμός και Δίσιγμα.

Σάββατο 13 Απριλίου 2024

Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ                                                                          

ΑΝΤΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ

ΓΕΝΙΚΑ

Ι

Στις θεωρητικές επεξεργασίες μας σημαντική θέση καταλαμβάνουν οι αναλύσεις μας για τους καλλιτέχνες της πρωτοπορίας, Στέρη, Τζιακομέττι (αλλά σε μικρότερη κλίμακα και για άλλους ευρωπαίους και Αμερικάνους μοντέρνους καλλιτέχνες). Ιδιαίτερη όμως, ακόμη και κεντρική θέση έχει η μελέτη μας για το μεγάλο Έλληνα γλύπτη τη πρωτοπορίας Γ. Σκλάβο, η οποία συνίσταται σε μία εκτενή ανάλυση της ζωής και του έργου του, σε συνδυασμό με την κριτική προσέγγιση των κοινωνικών και ιδεολογικών συνθηκών της εποχής του και βέβαια σε στενή συσχέτιση με την ιστορία της μοντέρνας τέχνης. Με το κείμενά1* μας αυτά προσπαθούμε ν’αναδείξουμε και να φωτίσουμε τη δύσκολη, αν όχι μοναδική, περίπτωση της προσωπικότητας (κοινωνική βιογραφία) του καλλιτέχνη, η οποία ήταν στενά συνυφασμένη με την ανελεικτική πορεία του έργου του, με την ίδια τη φυσιογνωμία και την πρωτοπόρα ιδιοσυγκρασία του, θεωρώντας την μάλιστα ως ταυτιζόμενη με αυτό. Τραγικότητα, αφαίρεση, μοντερνισμός, πρωτοπορία, ιστορικότητα είναι μερικές από τις πτυχές του δύσβατου και δυσανάγωστου έργου του Σκλάβου, που αλληλoσυμπλέκονται διαλεκτικά και συνιστούν το όλον Σκλάβος. Στη συνέχεια με τη δημοσίευση και άλλων άρθρων και με εισηγήσεις σε συνέδρια για τον Σκλάβο και το έργο του προσπαθήσαμε να επεκτείνουμε την προβληματική μας και να ανασυνθέσουμε διαλεκτικά την ούτως ή άλλως δύσκολα συλλήψιμη ολότητα του έργου και του τραγικού είναι του, που ουσιαστικά ήταν ένα. Παρόλα αυτά επισημαίνουμε ότι το όλον Σκλάβος παραμένει ακόμη εν πολλοίς ασύλληπτο, καθόσον λείπουν πολλά στοιχεία από τη βιογραφία του, ενώ το έργο του δεν έχει εκτεθεί επαρκώς και η πρόσβαση στην ολότητά του ακόμη είναι αδύνατη. Συγχρόνως η κατά το δυνατό συστηματική, πλήρης, ολική θεώρηση  - θεωρητικοποίησή του επιβάλλεται. Μάλιστα, αν θέλουμε να φθάσουμε στην πολυδιάστατη  ολότητα του είναι και της τέχνης του, μόνο μέσα από μια Μετακριτική-Μετα-αισθητική προσέγγιση – θεωρητικοποίηση, επικεντρωμένη στην έννοια της κριτικής διεπιστημονικότητας, της αλληλόδρασης, της αλληλοεπίδρασης, της συνθετότητας, με όρους πάντα μοντέρνους θα καταστεί αυτή δυνατή, ανοίγοντας συγχρόνως ένα ευρύτατο και ανοιχτό νέο πεδίο ερευνών τόσο αναφορικά με τον Σκλάβο και το έργο του, όσο και γενικότερα. Η μετακριτική και η μετα-αισθητική, όπως τις έχουμε ήδη διαμορφώσει1 αποδίδουν πολύ σοβαρά  επιστημονικά αποτελέσματα για τη γνώση του πραγματικού και του επιστητού. Ειδικότερα δε του αισθητικού σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης.

Το ίδιο απομένει να γίνει και με το έργο του Σκλάβου, έργο αναφορά της μοντέρνας και αφηρημένης τέχνης, και που επί πλέον άνοιξε το δρόμο και προς μια μορφή σύγχρονης εκδοχής διάρκειας ακόμη και αιωνιότητας, όπως θα ήθελαν και οι Στωϊκοί, ξεπερνώντας έτσι σε ένα σημαντικό βαθμό την δεσμευτική ή και ανελαστική ιστορικότητα (και βέβαια τις ευμετάβλητες και ουσιαστικά αλλοτριωμένες και αλλοτριωτικές τάσεις της μόδας). Και αυτή η νέα σύλληψη της χρονικότητας, χωρίς να είναι αχρονική (atemporelle), είναι πάντοτε δυνατή, πολύπλοκη, απελευθερωτική από την αλλοτριωτική συγκυρία, όπως είχε επισημάνει και ο Σατλέ.

 

II

Τo βιβλίο μας για τον Σκλάβο στην πρώτη του έκδοση Παρουσία2, που είναι ένα μέρος2* από τη διατριβή μας, ασχολείται συστηματικά με τη μελέτη του έργου του. Αυτή η εργασία, ενώ παρουσιάζεται ως μονογραφία, δεν είναι παραδοσιακή μονογραφία. Αντίθετα έχει μία δοκιμιακή μορφή, η οποία στοχεύει στη δημιουργία ενός αισθητικού μοντέλου για τη διερεύνηση, τη μελέτη και τέλος την κατανόηση του εξαιρετικής σημασίας και, από μερικές απόψεις, παραδειγματικού -με την επιστημολογική σημασία του όρου - έργου του Σκλάβου, όσο και της ιδιομορφίας του, στο βαθμό που ήταν μοντέρνος και κλασσικός, αλλά και που όλη η καλλιτεχνική πρακτική του διαμεσολαβούνταν από την έντονη, τη βαθύτατη τραγικότητα του3*.

Το προτεινόμενο μοντέλο στοχεύει ακόμη στη διερεύνηση του θέματος το υλικό4* στη μοντέρνα γλυπτική (ή το γλυπτικό υλικό), πού είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της μοντέρνας αισθητικής. Η πλήρης τεκμηρίωση και έκθεσή του βρίσκεται στα δύο πρώτα κεφάλαια της διατριβής μας και θεμελιώνεται στην: α) ιστορία της νεώτερης αισθητικής, αρχής γενομένης από το έργο του νεαρού Λούκατς, και περνά από το έργο του Μπένζαμιν, του Αντόρνο και του Γκολντμάν5*, β) στην ιστορία της μοντέρνας τέχνης, και ιδιαίτερα της μοντέρνας γλυπτικής. (Ένα σημαντικό κομμάτι από την ανάπτυξη αυτού του θέματος δεν το έχουμε συμπεριλάβει στη διατριβή, ούτε το έχουμε δημοσιεύσει, ενώ αντίθετα έχουμε κάνει πολλές παραδόσεις στο πλαίσιο των διαφόρων μαθημάτων και σεμιναρίων μας. Παράλληλα, εντάσσουμε τη διερεύνηση τού υλικού στη μοντέρνα γλυπτική σε μία γενικότερη αισθητική και κοινωνιολογική έρευνα που έχουμε αρχίσει εδώ και αρκετά χρόνια, με θέμα «Η μοντερνιτέ στη γλυπτική», και την οποία συνεχίσαμε κυρίως μέσω των μαθημάτων μας).

Η σύλληψη αυτού του ερμηνευτικού αισθητικού μοντέλου, αποτέλεσμα μακρόχρονων ερευνών που κάναμε στο χώρο της κοινωνιολογίας της τέχνης και της αισθητικής, πριν καταλήξουμε στη συγκεκριμένη μορφοποίησή του, μας επέτρεψε στη συνέχεια να επεκτείνουμε το πεδίο των ερευνών μας και σε άλλους μοντέρνους καλλιτέχνες. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο  αποπειραθήκαμε και τη μελέτη επί σειρά ετών του έργου τού Α. Τζιακομέττι3 και συγχρόνως αναδείξαμε την ιδιομορφία της μοντέρνας γλυπτικής, καθώς και τις γνωσιολογικές, κοινωνιολογικές και αισθητικές ιδιαιτερότητες πού έχει η εργασία στη μοντέρνα γλυπτική, ξεκινώντας από την μαρξική ανάλυση της κοινωνικής εργασίας και της γνωσιολογικής-επικοινωνιακής συνισταμένης της, σύμφωνα με τον Χάμερμπας4. Στη συνέχεια εργαστήκαμε πάνω στο έργο του Στέρη και εκδώσαμε μια μικρή μελέτη5, ενώ δεν σταματήσαμε να εργαζόμαστε στο χώρο της αισθητικής, της κοινωνιολογίας και της φιλοσοφίας της τέχνης και της κουλτούρας, με προοπτική την επεξεργασία μιας σφαιρικής θεωρίας, γεγονός που σε ένα σημαντικό βαθμό μπορούμε να πούμε ότι το πετύχαμε.   (Βλ. τις διάφορες δημοσιεύσεις μας που αναφέρουμε σε άλλο σημείο). Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε ότι η έννοια της σφαιρικής θεωρίας δεν υπάρχει στον Αντόρνο. Στις συνθήκες παγκοσμιοποίησης που μπήκε  όμως η κοινωνία αναπόδραστα, με όλες τις ανεξίτηλες αρνητικές επιπτώσεις και κυρίως τις έντονα ενδογενείς διαλυτικές  τάσεις της, μόνο η σφαιρική θεωρία (globale theory) που αναδείχθηκε εν τω μεταξύ ως απάντηση στις νέες απαιτήσεις της έρευνας και κυρίως της αναγκαιότητας σύλληψης του ιστορικοκοινωνικού γίγνεσθαι σφαιρικά, έπρεπε και η κοινωνική θεωρία να αναπροσαρμοστεί κριτικά και να διευρυνθεί, να σφαιρικοποιηθεί, για να χρησιμοποιήσουμε ένα  νεολογισμό, χωρίς να χάσει τη διαλεκτική και κριτική ψυχή της6. Και αυτή η μετακριτική-μετααισθητική σφαιρική σύλληψη, θεώρηση, θεωρητικοποίηση του έργου του Σκλάβου, πιστεύουμε ότι αναδεικνύει πλέον αυτό το έργο σε όλη την πολυμορφία, τη μοναδική πολυπλοκότητα, τον πλούτο, το μεγαλείο του.

Το έργο του Σκλάβου επαναθεωρητικοποιείται έτσι κριτικά και μετακριτικά – αισθητικά και σπάει τα δεσμά του χρόνου της εποχής που το κρατούσε όμηρο στις αμφιβολίες, στους ενδοιασμούς, στις φοβίες που προκαλούσε η πορεία ανάδειξης και επικυριαρχίας του ύστερου  καπιταλισμού πάντα στη συνέχεια της Αντίστασης. Επαναθεωρημένο το έργο του Σκλάβου λοιπόν  σήμερα μετακριτικά, αναδεικνύει την υπέρβαση που είχε κατορθώσει να δημιουργήσει, το ξεπέρασμα του αλλοτριωτικού χρόνου, των εμποδίων (contraintes) της εποχής του. Να πάει πέραν (au-delà), από αυτές να φθάσει σε μια πρωτόγνωρη, θα λέγαμε με τα κριτήρια της εποχής, σφαιρικότητα και παγκοσμιότητα νοημάτων, μορφών, μηνυμάτων.

Συμπερασματικά, θα θέλαμε να κάνουμε την εξής παρατήρηση-διαπίστωση,  καταστάλαγμα της μακρόχρονης και συστηματικής έρευνας μας: Από μεθοδολογική άποψη και στο βαθμό που κάποιος στηρίζεται στη γνώση τουλάχιστον της μοντέρνας αισθητικής (νεαρός Λούκατς, Μπένζαμιν, Αντόρνο, Γκολντμάν), δεν αντιμετωπίζει κάποιο πολύ σημαντικό πρόβλημα για την προσέγγιση της μοντέρνας τέχνης, ιστορικής και νεότερης. Τα προβλήματα αρχίζουν από τη στιγμή πού η έρευνα επεκτείνεται και σε θέματα κουλτούρας, δεδομένου ότι το πέρασμα από την τέχνη και την αισθητική στην κουλτούρα και στη φιλοσοφία της κουλτούρας, αντίστοιχα, είναι μία δύσκολη υπόθεση, περικλείει εντάσεις, ακόμη και αντιθέσεις. Η κουλτούρα είναι κατά πολύ πιο σύνθετη, πολύπλοκη και αντινομική οντότητα, όπως το έχουμε δείξει στο Μοντερνισμός και κουλτούρα7, χρειάζεται νέα μοντέλα, και επιπλέον οι έρευνες και οι μελέτες που έχουν γίνει μέχρι τώρα, ακόμη και από τη Σχολή της Φρανκφούρτης, δεν επαρκούν. Και το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο δύσκολο, αν οι δομές της τέχνης και κυρίως της κουλτούρας αναχθούν σε γενικότερες και σφαιρικότερες δομές, όπως προέτρεπε ο Γκολντμάν, όπως αυτές της ιστορίας του πολιτισμού. Από την άλλη, το πέρασμα από τη σφαιρική δομή, μέσω των δομών της μοντέρνας τέχνης, μέχρι τη μικροδομή (π.χ. ένα έργο τέχνης), διαδικασία που επιβάλλεται από μία σωστή και διαλεκτική σύλληψη τού κοινωνικού και πολιτισμικού γίγνεσθαι, όπως το έχουν δείξει ο Γκολντμάν και ο Αντόρνο, επίσης δεν είναι μία εύκολη υπόθεση. Και μερικά από αυτά τα δύσκολα θέματα προσπαθούμε να διερευνήσουμε για πρώτη φορά εδώ μετά από μακρόχρονες έρευνες όσον αφορά τον Σκλάβο και το έργο του στη συνέχεια.

 

ΙΙΙ

Μέσα από την συστηματική εργασία μας για τον Σκλάβο ο στόχος μας είναι να καταλήξουμε σε μια κατά το δυνατό συνθετική μελέτη για το σημαντικότερο ίσως Έλληνα γλύπτη της πρωτοπορίας. Ο Σκλάβος στα πλαίσια της  Σχολής του Παρισιού, σε μια μεταβατική  και συγχρόνως άκρως δημιουργική περίοδο (δεκαετία του 1950-60), βρίσκεται σε διαρκή  αναζήτηση του νέου, με έντονη τη ριζοσπαστική κριτική, ως διεθνιστής έλληνας καλλιτέχνης της διασποράς. Υπ’ αυτή την έννοια, έχει  δημιουργήσει μια κοινωνική και πολιτιστική εισφορά με το έργο και το παράδειγμά του, που δυστυχώς δεν έχει γίνει ακόμη ευρύτερα αντιληπτή.

Ο Σκλάβος ήταν ο κατ’ εξοχήν, ο εξ ορισμού πρωτοπόρος καλλιτέχνης τη δεκαετία του ’60. Από την άποψη αυτή έχουν ιδιαίτερη σημασία για την κατανόηση του έργου του τα δεδομένα, πολιτιστικά, καλλιτεχνικά, ιδεολογικά, κοινωνικά κ.τ.λ., αυτής της δεκαετίας. Ένα δε από τα  κυριότερα προβλήματα που απασχολεί τον Σκλάβο, ένα μοναχικό καλλιτέχνη, με έντονη την τραγικότητα της αναζήτησής του – και ελπίζουμε ότι έχουμε αναδείξει αρκετά αυτή του τη συνιστώσα – είναι, λοιπόν, η διαρκής αναζήτηση του ουσιαστικού, του μόνιμου, του στέρεου, του κλασικού, αλλά και του μοντέρνου, μέσα σ’ έναν κόσμο που βγαίνει από την τραυματική εμπειρία του Β' Παγκοσμίου πολέμου. Η υπαρξιακή αγωνία του είναι εντονότατη, όπως και η αναζήτηση του νοήματος. Ο μοναχικός του διάλογος με την κοινωνία, τη φύση και τον κόσμο τον οδηγεί, όμως, σε ένα αξεπέραστο αδιέξοδο, αν και η καλλιτεχνική του πρακτική είναι αρκετά νεωτερική, μ’ όλη τη σημασία της λέξης και σ’ όλα τα επίπεδα της δημιουργίας, καθώς και αποδοτική, με την έννοια ότι το έργο του, μόλις μέσα σε επτά-δέκα χρόνια αναδεικνύεται σε μοναδικό, ίσως δε και ιστορικής σημασίας. Η εισφορά του δε για την κατανόηση μιας μη κατανοήσιμης ή και μη δυνάμενης να κατανοηθεί κοινωνίας, μέσα σ’ όλη την τραγικότητα του εγχειρήματός του (και θα πρέπει να τονιστεί ότι αυτό δημιουργήθηκε μέσα στην τραγικότητα των αδιεξόδων που συσσωρεύονταν προοδευτικά σ’ όλες τις μοντέρνες και πρωτοποριακές εμπειρίες και πρακτικές) είναι εξαιρετικής σημασίας, από την άποψη, ακριβώς, ότι συμπίπτει με μια καμπή, όπως θα έλεγε ο Γκολντμάν, της (τότε) κοινωνίας στην αναπόδραστη πορεία της προς την εξαφάνιση κάθε αυθεντικότητας, προς την κυριαρχία της γενικευμένης μη-αυθεντικότητας (inauthenticité). Η πορεία της κοινωνίας προς την τεχνοκρατικοποίηση, την αποδοχή της κατάφασης και μόνο, την ενσωμάτωση και τη γραφειοκρατικοποίηση προς το τέλος της δεκαετίας του ’60, έκανε ένα ποιοτικό άλμα, και αυτό παρά το διάλειμμα του Μάη του ’68, και τα κινήματα αμφισβήτησης που προκάλεσε. Η ύστερη κοσμολογική, σ’ ένα πολύ σημαντικό βαθμό, σκέψη του Σκλάβου, καθώς και η πρωτομοντερνιστική-ανιμιστική αντίληψή του για την ύλη, χάνουν έτσι το έδαφος κάτω από τα πόδια τους, μεταφορικά και κυριολεκτικά μιλώντας. Το μη-νόημα ή και η ανυπαρξία νοήματος προοδευτικά κυριαρχούν μέσα σ’ έναν περιβάλλοντα κόσμο όλο και περισσότερο κομφορμιστικό, χωρίς καμία ανησυχία ή προβληματισμό, εξαρτώμενο όλο και περισσότερο από τους μάνατζερς της κουλτούρας. Η βιομηχανία της κουλτούρας απλώνει σιγά-σιγά τα αποστειρωτικά, για την αυθεντική δημιουργία, πλοκάμια της παντού.

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, το τραγικό τέλος του Σκλάβου σημειώνει την ήττα της μαχόμενης πρωτοπόρας σκέψης και τέχνης απέναντι στη νέα πολιτιστική και ιδεολογικά αποπνικτική τάξη πραγμάτων.

Η τέχνη που ακολούθησε τον Σκλάβο μέσα στις νέες συνθήκες, είναι πολύ κατώτερη από τη γλυπτική του.  Η  μάχη που έδωσε ο Σκλάβος ενάντια στην αλλοτρίωση, την πραγμοποίηση, την ορθολογικοποίηση, την ενσωμάτωση, το ίδιο το σύστημα σε όλες τις εκφράσεις και εκφάνσεις του είναι ιστορικά  μοναδική, πολυεπίπεδη, ολική, απολυτη. Προσπαθεί αγωνιωδώς να αισθητοποιήσει το νόημα ή τη διαπάλη νοήματος και μη νοήματος, αλλά το μη-νόημα, η έλλειψη δηλαδή νοήματος, καθώς και η πλήρης έλλειψη επικοινωνίας που προοδευτικά επιβλήθηκε μέσα στις διαμορφωμένες συνθήκες που αναφέραμε πριν, τείνει να επικυριαρχήσει, και ήδη αποτυπώνει τα ίχνη της στο ύστερο έργο του Σκλάβου.

Η αποσπασματικότητα δεν περιορίζεται στην ύπαρξη του κενού6* και του πλήρους σε μια διαλεκτική σχέση, αλλά αποκτά ακραίες μορφές. Από την άλλη, η νεώτερη τέχνη που ακολούθησε μέσα σε συνθήκες έντονης κοινωνικής και ιδε­ολογικής κρίσης που ζει η κοινωνία από το 1973-74 κι εδώ, προσπαθεί να αισθητο­ποιήσει, συγχρόνως με την αισθητοποίηση της προϊούσας έλλειψης νοήματος, και την αποσπασματοποίηση ενός κόσμου που έγινε ήδη αποσπασματικός, αδιάφορος, ανήμπορος να δράσει και ν’ αντιδράσει. Στο έργο της δεν υπάρ­χει η αναζήτηση του νοήματος, από τη στιγμή που αυτό κατέληξε να γίνει αδύνατο, ακόμη και ανύπαρ­κτο, αλλά η αναζήτηση μιας δύσκολα πραγματοποιούμενης επικοινωνίας μεταξύ θραυσμάτων μιας κοι­νωνικής πραγματικότητας σε συνεχή παρεκτροπή προς την ύστατη αλλοτρίωση. Και απ’ αυτήν την άποψη, το όλο εγχείρημα της νεώτερης μοντέρνας τέχνης προσλαμβάνει ακόμη πιο τραγικές διαστάσεις απ’ αυτές του Σκλάβου. Παρ’ όλα αυτά, επιβιώνει. Όμως δεν ελπίζει σε τίποτε, παρά, εννοείται, την αναζήτησή της, ούτε αναζητά το ξεπέρασμα. Η τραγικότητά της αυτή, με άλλα λόγια, της επιτρέπει να δημιουργεί μέσα σ’ έναν κόσμο όλο και περισσότερο αποικιοποιημένο εσωτερικά, όπως λέει ο Χάμπερμας, επειδή είναι εξωτερική σ’ αυτόν – έχει δηλαδή ωθηθεί έξω απ’ αυτήν και πλέον τείνει να γίνει πλέον  εξωτερική. Για πόσο καιρό, όμως, ακόμη ουσιαστικά θα κρατήσει αυτή η νέα μη-ύπαρξη; Συγχρόνως, η αισθητοποίηση του μη – νοήματος, που η μοντέρνα τέχνη  αποπειράται συστηματικά, μέσα σε αυτές τις ακραίες συνθήκες, και που ως τέτοια αποτελεί μια βασική προϋπόθεση για τη σύγχρονη πρωτοπόρα δημιουργία, αν δεχθούμε μια θέση – συμπέρασμα της Αισθητικής θεωρίας8 του Αντόρνο, ότι δηλαδή η τέχνη αναγκαστικά οδηγείται προς την έκφραση του μη-νοήματος, στο βαθμό που είναι ή θέλει να είναι πρωτοπόρα, αυτή η αισθητοποίηση αναδεικνύει μερικά άλλα θεωρητικά προβλήματα. Από την άλλη είναι εύκολη η διαπίστωση ότι και η πνευματική δομή (structure mentale) των νεώτερων καλλιτεχνών και η όλη ποιότητα του έργου της είναι διαφορετική απ’ αυτή του Σκλάβου. Αυτή η διαφορά δε έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υποβαθμισμένη πλέον  κοινωνική συνιστώσα και το σύστοιχο με αυτήν ασαφές πλέον περιεχόμενο αλήθειας, που ταυτίζεται με το κοινωνικό περιεχόμενο του έργου της ύστερης πρωτοπόρας τέχνης. Μέσα σε συνθήκες παρατεταμένης κρίσης και προχωρημένης αποσύνθεσης της πρωτοπορείας η νέα αυτή λιγότερο κριτική εκ των πραγμάτων, τάση  τείνει να γίνει η νέα αισθητική τάση ή κατάσταση, μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο απο-αισθητικοποίησης.

Αυτά τα θέματα τα έχουμε αναλύσει λεπτομερέστατα στα μαθήματα και με μια όσο το δυνατόν πιο εντελεχή προσέγγιση στα διάφορα κείμενά μας που ακολούθησαν την αρχική μελέτη μας για τον Σκλάβο, με το γενικότερο τίτλο, η πολυμορφία της σύγχρονης και της μοντέρνας τέχνης (υπό δημοσίευση). Εδώ περιοριζόμαστε στην προσπάθεια της όσο πιο συστηματικής, εντελεχούς, ολοκληρωμένης προσέγγισης του ξεχωριστού, του μοναδικού, του έργου – αναφορά – αισθητικού παραδείγματος του Σκλάβου, με κύριο στόχο τη διαλεκτική και κριτική κατανόησή του, υπόθεση όχι τόσο εύκολη, ούτε και προφανής, καθόσον δεν ενδιαφέρεται ούτε ασχολείται με επιφανειακές και απλοϊκές προσεγγίσεις (ακόμη και αν κάποιος νομίζει ότι το επιφαινόμενο είναι το ουσιαστικό, ενώ είναι και  παραμένει τέτοιο (επιφανειακό), πολύ μακριά από το γενικότερο αισθητικό φαινόμενο-θέμα Σκλάβος). Μόνο μέσα από μία διαλεκτική προσέγγισή  και συνάμα μετακριτική θεματοποίηση, όπως θα έλεγε και ο Μαρκούζε, του αισθητικού φαινομένου Σκλάβος, πέρα από τα φενακιστικά επιφαινόμενα,  θα μπορέσουμε να φθάσουμε στην ουσία του έργου του, στον πυρακτωμένο μόνιμα πυρήνα της σκέψης και της τέχνης του. Στο βαθύτατα όσο και μοναδικό ανθρωπιστικό περιεχόμενο του είναι και του έργου του, που ουσιαστικά συνιστούν μια αξεδιάλυτη οντότητα-ολότητα σε διαρκή αναζήτηση του άλλου, του νέου, του ανθρώπινου, του ανατρεπτικού.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ – ΑΝΑΔΥΣΗ (EMANATION9)  KATAΣΤΑΣΕΙΣ

Τα δοκίμια που συγκροτούν την πρώτη εκδοχή του κειμένου μας για τον Σκλάβο συνιστούν λίγο-πολύ αυτόνομες και αυτοτελείς κειμενικές θεωρητικές καταστάσεις σε παράταξη, χωρίς ξεκίνημα (commencement) και χωρίς τέλος. Δημιουργήθηκαν στη σκέψη μας κατά αυτόν τον τρόπο και αποτυπώθηκαν στo χαρτί  με μεγάλη, ύψιστη υπερένταση (η οποία εξάλλου είναι έκδηλη ακόμη και με την πρώτη ανάγνωσή τους) με το ίδιο μεγάλη  συγκέντρωση, χωρίς περίσκεψη, όπως λέει και ο ποιητής,  χωρίς πολύ έρευνα, και με ακόμη λιγότερη αμφιβολία.

Με το που ήλθαμε σε επαφή με  το έργο του Σκλάβου, αν και όχι υπό ιδανικές συνθήκες, ούτε και υπό συνθήκες απόλυτης ελευθερίας, άρχισαν να εμφανίζονται  αμέσως οι σκέψεις που τυπώσαμε μετά στο χαρτί, να εκδηλώνονται, να μορφοποιούνται, ν’αποκρυσταλλώνονται όπως λέει ο Χορκχάϊμερ,  και έτσι να συγκροτηθεί  σχεδόν αβίαστα η όλη μας θεωρητικοποίηση.

Ο Σκλάβος, το παράδειγμά του, το έργο του ήταν, από μια άποψη, καταλύτης που υποβοήθησε καθοριστικά στην εμφάνιση, στην ανάδυση (émanation) όλης της σχετικής αισθητικής προβληματικής μας και ακόμη παραπέρα αποτέλεσε την αφετηρία της συστηματικής  μας, και μάλιστα με τρόπο αναπότρεπτο, ενασχόλησής μας με  την αισθητική, και ειδικότερα στην αισθητική της μοντέρνας και αφηρημένης τέχνης.

Η σχεδόν αυτόματη και συνεκτική ενεργοποίηση της αισθητικής μας σκέψης (και στη συνέχεια θεώρησης), μέχρι τότε υπαρκτής μεν, αλλά χωρίς ουσιαστικά συγκροτημένη μορφή, έκδηλη  ύπαρξη, πέραν από την προσωπική μας καλλιέργεια και την επαφή μας με τις μεγάλες και ριζοσπαστικές δημιουργίες της εποχής, κυρίως των μεγάλων σκηνοθετών του σινεμά: Αντονιόνι, Μπωνουέλ,  Παζολίνι, Βισκόντι, Λόουζη, Φόρμαν, Γιάντσο, Μπέργκμαν, κ.α., καθώς και η άμεση ενεργοποίηση - ανασυγκρότηση της σχέσης μας με τους μεγάλους  αισθητικούς θεωρητικούς, Χάουζερ, Φίσερ, νεαρός Λούκατς, Γκράμσι, Σχολή της Φρανκφούρτης κ.λπ.,  έδωσε άμεσα ένα μείγμα θεωρητικής δημιουργίας, με μεγάλη ένταση, και βέβαια προωθητική δύναμη.

Το κείμενο είναι  συμπυκνωμένο, ικανοποιητικά επιστημονικά αυστηρό, λίγο ψυχρό και απόμακρο, μακρυπερίοδο (όπως και αρκετά κείμενα του Κόρς), σχετικά  δύσκολο, ίσως  και στρυφνό, ειδικά το κεφάλαιο για την «Αφαίρεση το Κοινωνικό και την Ιδεολογία».  Μπορεί να μην αφήνει πολλά περιθώρια αμφισβήτησης  ή μπορεί ακόμη να μην οδηγεί σε εύκολες θεωρητικοποιήσεις τον αναγνώστη. Όμως, θέλουμε να πιστεύουμε ότι δίνει το μέγεθος της σοβαρότητας του παραδείγματος του Σκλάβου και του έργου του, των προκλήσεων  της αισθητικής προσέγγισής του, τις δυσκολίες της όλης προσπάθειας κατανόησής του – ενός έργου μη εύκολα κατανοήσιμου,  αλλά που πρέπει οπωσδήποτε να κατανοηθεί και να ερμηνευτεί, ώστε να γίνει κτήμα της κοινωνίας όχι μόνο ως ωραίες και μοναδικές διαλεκτικές εικόνες,  για να θυμηθούμε και τον Μπένζαμιν, αλλά ως έργο κυρίως ποιοτικό  νοηματικά, μοφικά-μορφολογικά-αισθητικά και κυρίως ανατρεπτικό και ανθρωπιστικό.

Κείμενο λοιπόν αισθητικής σχεδόν από το πουθενά, αλλά ψηλαφώντας το θέμα βγαίνει στην επιφάνεια το ιστορικό βάθος του, αυθύπαρκτο, που αντλεί το λόγο ύπαρξής του από τον πλούτο και το μεγαλείο του Σκλάβου και κατά τον ίδιο τρόπο από τις μοναδικές θεωρητικοποιήσεις των μεγάλων αισθητικών, θεωρητικών: νεαρός Λούκατς, Αντόρνο, Γκολντμάν με αναφορά πάντοτε στον Γκράμσι, τον μεγάλο διανοούμενο – αναζητητή του απόλυτου του πνεύματος, του ξεπεράσματος της ισοπεδωτικής νεώτερης αλλοτρίωσης,  που επιβάλει ο τεολορικός και φορντικός πλέον καπιταλισμός.

Κείμενο συγχρόνως - καμπή. Σύνθεση προηγούμενων διάσπαρτων, ακόμη και  ετερόκλιτων ερευνών γενικά αλλά και δικών μας και άνοιγμα νέων αισθητών ερευνών  χωρίς τέλος μέχρι σήμερα. Κείμενο συγχρόνως συμπυκνωμένο, με αύρα η οποία απορρέει και από την αύρα της μοντέρνας δημιουργίας του Σκλάβου  όπως θα ήθελε και ο Μπένζαμιν. Ως τέτοιο δεν αφήνει πολλά περιθώρια  αμφισβήτησης, ούτε  έχει ανάγκη από επεξηγήσεις. Που τα έχει όλα, τα λέει όλα, παρά πάντοτε τις ατέλειές του. Κείμενο τέτοιας έντασης και δεν ξανάγραψα ποτέ μετά, ακόμη και αν κάποια κείμενα μου μπορεί να φαίνονται πιο ώριμα ή πιο σημαντικά. Κείμενο πολυεπίπεδο, πολλαπλών αναζητήσεων, στην προσπάθειά του (εννοείται και τη δική μου) να συλλάβει και να αποδώσει το περιεχόμενο αλήθειας, όπως έλεγε ο Αντόρνο, του έργου του Σκλάβου, και έτσι κατά το δυνατόν το όλον Σκλάβος. Κείμενο που προέκυψε σχεδόν από το πουθενά (το τονίζουμε), ως ανάδυση (émanation) μιας βαθύτερης συνείδησης και συνειδητοποίησης,  κοινωνικής πολιτικο-ιδεολογικής και συγχρόνως αισθητικής. Που για αυτό και μετά από αυτό η Αισθητική για μένα είναι το άπαν. Άρα πρόκειται για την émanation και αυτονόμηση της αισθητικής  θεωρητικοποίησής μου και μάλιστα με τρόπο αναπόδραστο, και που παρέμεινε πάντοτε ζωντανή και ορμητική στην προσπάθεια της να συλλάβει και να συγκροτήσει  νέα ερμηνευτικά μοντέλα για τη βαθύτερη και ολική, κατανόηση πάντοτε κατά τον νεαρό Λούκατς και Γκολντμάν του γενικότερου, όπως θα ήθελε και ο Μπένζαμιν, ιστορικοκοινωνικού  γίγνεσθαι, των αδιέξοδων του συστήματος, την παγκοσμιοποιητική καμπή που ερχόνταν.

Κείμενο λοιπόν αυθύπαρκτο, δηλαδή που υπάρχει  σχεδόν ως  καθαυτό, ως μια μποτίλια στο πέλαγο, για να παραφράσουμε τον Χορκχάιμερ, του αισθητικού κόσμου, και που θ’αποτελέσει την απαρχή της μετα-αισθητικής στη συνέχεια περιπέτειας μας.

Κείμενο βέβαια πλέον παλιό, και που το δείχνει η ιστορικότητα, όπως ήθελε πάντοτε ο Αντόρνο, της όλης  προβληματικής (réflexion) του.

Κείμενο – ανάμνηση μιας εποχής που έφυγε και που στη σύγχρονη απόλυτα νεοβάρβαρη εποχή μπορεί πάντα μέσα στον δημιουργικό και δυναμικό αναχρονισμό του, να παρέχει τη βάση, την έμπνευση, το έναυσμα για νέες αισθητικές και μετα-αισθητικές ανασυγκροτήσεις, και  αποκρυσταλλώσεις  (cοnstellations), όπως ήθελε ο Χορκχαϊμερ. Κείμενο που παρόλα αυτά υπάρχει ως κείμενο – émanation, και που καλεί στη σύλληψη και δημιουργία άλλων νέων τέτοιων κειμένων, θεωρώντας ότι μέσα στο σύγχρονο ξεπεσμό,  όπως έλεγε ο νεαρός Λουκατς, μόνο μέσα και δια της  émanation υπάρχει περίπτωση να δημιουργηθεί κάτι το σοβαρό, το πνευματικό, σύμφωνα και με τον υπέρτατο πνευματισμό και ανθρωπισμό της μοντέρνας και αφηρημένης τέχνης και του Σκλάβου ειδικότερα.

Κείμενο, που παρά τη δομική, την αξεπέραστη μελαγχολία του, με ιστορικές ρίζες και αναφορές, όπως και αυτή του Σκλάβου, και ίσως εξαιτίας της, καλεί τον αναγνώστη  σε σκέψη, σε περίσκεψη, σε έρευνα που ζητά απαραίτητα μια ελάχιστη - τουλάχιστον – συνειδητοποίηση για την τραγωδία που ζει η ανθρωπότητα από τον ανεξέλεγκτο, τον όλο και πιο αυταρχικό και κυριαρχικό καπιταλισμό.

Κείμενο – αποτέλεσμα μιας υπέρτατης και παγερής μοναξιάς, μιας αγωνίας που σκοτώνει, μιας διαρκούς, μόνιμης μελαγχολίας για τα τεκταινόμενα γενικά, αλλά πρώτιστα για την πλήρη αποκοινωνικοποίηση του ατόμου, την ολική διάλυση και αποσύνθεση ακόμη και του ελάχιστου κοινωνικού ιστού, για την υποβάθμιση του ανθρώπου στο τίποτα. Η συνειδητοποίηση αυτών των ακραίων καταστάσεων και η αναγκαία κοινωνικοποίηση των πάντων είναι και το μεγάλο δίδαγμα των μεγάλων καλλιτεχνών   της πρωτοπορείας, κυρίως μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, και του Σκλάβου ειδικότερα. Στόχος πνευματικός, ανάτασης και που δημιουργείται  από την επαφή, την επικοινωνία, ως βαθύτερη ένωση (communion)  με το έργο του Σκλάβου. Ο στόχος αυτός βέβαια, ουσιαστικά μιλώντας, παραμένει μέχρι σήμερα κατά ένα σημαντικό βαθμό απραγματοποίητος, και ποιος ξέρει για πόσο καιρό ακόμη. Και το κείμενό μου αυτό για τον Σκλάβο με τα ειδικά αυτά χαρακτηριστικά του πιστεύουμε ότι θα παραμείνει ζωντανό και θα προτρέπει  τον αναγνώστη σε έρευνες, σε αναζήτηση, σε συνειδητοποίηση, σε πράξη, όπως έκαναν πάντοτε οι  πρωτοπορείες.

Κείμενο σύγχρονο και μετακείμενο της πράξης, της ανατροπής, του αναγκαίου νέου ανθρωπισμού – σε – δράση (en actes),  που προσπαθεί απεγνωσμένα ν’απελευθερωθεί από την ολική πραγμοποίηση.

Κείμενο και μετακείμενο ως μια δομικά μόνιμη και αυτοτροφοδοτούμενη κατάσταση στοχασμού και αναστοχασμού για το αβέβαιο ανθρώπινο γίγνεσθαι.

Κείμενο που συνεχίζουμε στις  σημερινές νεο-άγριες συνθήκες με άλλη μορφή, αλλά πάντα μοντέρνα και πρωτοπόρα…

 

ΑΝΑΔΥΣΗ (ΕΜΑΝΑΤΙΟΝ) – ΕΜΠΝΕΥΣΗ – ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Η émanation λίγο ως ανάδυση, λίγο ως έμπνευση είναι πάντοτε ένα τίναγμα της σκέψης προς τα εμπρός, σε μια νέα  και μη προβλέψιμη από πριν ψυχονευματική και ψυχοδιανοητική δομή (structure mentale, με την  ορολογία του Γκολντμάν), σε μια νέα και δυναμική του πνεύματος, αυτόνομη και αυτοθεσπιζόμενη. Εμφανίζεται βέβαια πάντοτε μέσα σε συνθήκες ιστορικά καθορισμένες, δεν είναι μια απλή μεταφυσική κατάσταση χωρίς καμία σύνδεση ή αναφορά με την πραγματικότητα. Η δομή της είναι ίδια όσον αφορά την τέχνη, ειδικά τη μοντέρνα και την σκέψη-θεωρία και παραπέμπει πάντοτε στην πρωτοπορεία. Με άλλα λόγια émanation υπάρχει μόνο όταν μέσα σε συγκεκριμένες  ιστορικοκοινωνικές συνθήκες  υπάρχει πρωτοπόρα συνείδηση, συνειδητή τάση για αυτονόμηση  και αυτοπροσδιορισμό, είτε στον χώρο της τέχνης είτε της σκέψης – θεωρίας.

Η αυτονόμηση της τέχνης και της θεωρίας από τους εξωτερικούς – αλλοτριωτικούς, καταπιεστικούς παράγοντες και μηχανισμούς οδηγεί πλέον στην ανάδειξη του πνευματικού κόσμου, της βαθύτερης ουσίας του είναι και δεν μπορεί παρά να είναι ο πνευματισμός, και στην προκειμένη περίπτωση ο αφηρημένος και μοντέρνος  πνευματισμός, που λειτουργεί και ορίζεται πάντοτε αντιθετικά στην υπάρχουσα ψευδή συνείδηση. Έκτοτε ο πρωτοπόρος κυρίως καλλιτέχνης αυτονομείται και δημιουργεί ένα έργο που κατά κανόνα ξεπερνά την αλλοτρίωση, ή τουλάχιστον προσπαθεί εναγώνεια να την ξεπεράσει, και στην προκειμένη περίπτωση ο Σκλάβος είναι μια παραδειγματική τέτοια περίπτωση. Η επαφή μας δε με το έργο του, η βαθύτερη και η συστηματικότερη διερεύνησή του βοήθησε ν’αναδειχθεί, να χειραφετηθεί και η δική μας émanation, σε μια περίοδο άγριας υποχώρησης του κινήματος του Μάη, ακόμη και προϊούσας αποσύνθεσής του. Έκτοτε όλη η αισθητική θεωρητικοποίηση για τον Σκλάβο και στη συνέχεια για πολλούς άλλους καλλιτέχνες της πρωτοπορείας  και τα μοντέρνα ρεύματα ήταν πλέον για εμάς μια νέα κατάσταση. Η αισθητική της μοντέρνας τέχνης. Η αισθητική ως ύπαρξη.

Η émanation, όρος δύσκολα μεταφράσιμος στα ελληνικά, εμφανίζεται κατά κανόνα σε μεταβατικές εποχές, σε εποχές – μεταίχμιο, σε εποχές βαθειών αλλαγών και ανακατατάξεων. Η émanation ήταν αυτή που ώθησε τον Μαρξ στο Παρίσι το 1843-4 να γίνει μαρξιστής, δηλαδή  μεγάλος ουμανιστής επαναστάτης, φιλόσοφος. Η émanation ώθησε και το Μάλεβιτς, στις συνθήκες της προεπαναστατικής Ρωσίας να γίνει μεγάλος επαναστάτης ζωγράφος, συλλαμβάνοντας  και δημιουργώντας τη ζωγραφική του απαισιόδοξου – πλην όμως απελευθερωτικού, καθόσον απόλυτα αρνητικού σε κάθε αυταπάτη - Μαύρου.

Μία émanation10 ήταν που το 1957-9 ώθησε τον Σκλάβο μέσα στις δύσκολες συνθήκες της προϊούσας υποχώρησης, ακόμη και αποσύνθεσης της μεταπολεμικής μοντέρνας και αφηρημένης τέχνης, να φθάσει στην αφαίρεση μέσω κυρίως της γλυπτικής, ως διέξοδος και συγχρόνως ως ολική άρνηση του ξεπεσμένου νεοπλουτίζοντα ήδη τότε κόσμου.

Επανεξετάζοντας κριτικά το έργο και γενικότερα το παράδειγμα του Σκλάβου, στις δύσκολες σύγχρονες συνθήκες του δεύτερου παρατεταμένου εγκλεισμού λόγω του Covid, κατορθώσαμε να εμβαθύνουμε, να επεκτείνουμε να συστηματοποιήσουμε τη θεωρητικοποίησή μας αυτή, αναδεικνύοντας έτσι πολλές νέες και αδιευκρίνιστες μέχρι τώρα πτυχές του ιστορικά μοναδικού έργου του Σκλάβου. Με διαφορετική μεθοδολογία, νομίζουμε ότι κατορθώσαμε να προχωρήσουμε την πρώτη προσέγγισή μας, ελπίζουμε ότι αναδείξαμε την όλη σκλαβική περιπέτεια της τέχνης και της σκέψης, η οποία ξεπερνά κατά πολύ πρωθύστερα σχήματα και ούτε μπορεί ν’αποδοθεί με προκατασκευασμένα σχήματα ακόμη και αυτά όλης της νεοανθρωπιστικής αισθητικής θεωρίας του ΧΧου αι. Τελειώνοντας (;) εδώ τις λίγες αυτές εισαγωγές  παρατηρήσεις, επισημαίνουμε πάλι την καθοριστική σημασία για να κατανοήσουμε το όλο εγχείρημα του Σκλάβου,  την αλήθεια του Σκλάβου, της έννοιας της émanation:  «Επανάστασις», ήταν μια λέξη που κλειδί της όλης σύλληψης και ιδεολογικο-αισθητικής θεώρησης του Σκλάβου, την οποία είχε αναφέρει σε Σημειώσεις-κείμενά του.  Συγχρόνως δειλά και ταπεινά επισημαίνουμε και τη σύστοιχη πλέον ερευνητική και θεωρητική εναγώνεια από το 1985-6 προσπάθειά μας αναζήτησης της αλήθειας του είναι μέσω του Σκλάβου και του έργου του αρχικά, της μοντέρνας και αφηρημένης τέχνης γενικότερα.

Αλήθεια ενός τραυματισμένου βαθειά είναι, ατομικού και πάλαι ποτέ συλλογικού  από την νεοκαπιταλιστική και στη συνέχεια τη παγκοσμιοποιημένη αλλοτρίωση…

  

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

1*. Πολλά τμήματα αυτού του κειμένου δημοσιεύτηκαν αρχικά σε διάφορα περιοδικά : Εικαστικά (δύο συνέχειες), Μαρξιστική συσπείρωση, Αλεξίσφαιρο και ΣΗΜΑ.

2*. Το υπόλοιπο μέρος της διατριβής μας, στο όποιο ασχολούμαστε με γενικότερα αισθητικά προβλήματα είναι ακόμη αδημοσίευτο. Παρεμπιπτόντως, θα πρέπει ν’ αναφέρουμε ακόμη ότι το δημοσιευμένο σε βιβλίο κείμενό μας για τον Σκλάβο στη β’, γ’ και δ’ έλδ. (Παπαζήσης, Επίμετρο και Δίσιγμα αντίστοιχα) έχει μερικές αλλαγές σε σχέση με το αρχικό, και οι οποίες μερικές φορές είναι σημαντικές (συμπληρώσεις, διορθώσεις, μερικά νέα κεφάλαια. Η  μετάφραση από τα γαλλικά είναι δίκη μας). Η παρούσα έκδοση εκτός από μία συστηματική διόρθωση και συμπλήρωση που κάνουμε στο Α’ μέρος, το Β’ μέρος, συγκροτείται από νέα κείμενα,  με προσθήκη και άλλων κειμένων, που δημοσιεύσαμε για τον Σκλάβο στα μεσοδιαστήματα  των προηγούμενων εκδόσεων.

3*.  Με την ευκαιρία θα πρέπει ν’ αναφέρουμε ότι η ακραία τραγικότητα και η ολική επανάσταση, πού ήταν δύο από τις κύριες και καθοριστικές συνιστώσες της προσωπικότητας και του έργου του Σκλάβου, καθώς και ο συγκινητικός θάνατός του, μας έχουν επηρεάσει βαθύτατα, αλλά και μας βοήθησαν να δούμε τα πράγματα στις πραγματικές τους διαστάσεις, ακόμη και να τα συνειδητοποιήσουμε σε βάθος. Από μία ορισμένη άποψη μπορούμε να πούμε μάλιστα ότι το έργο μας συνολικά έχει επηρεαστεί από το συνεχή διάλογο, στον όποιο είμαστε με τον Σκλάβο και το έργο του εδώ και πάνω από τρεις  δεκαετίες. Μ’ αυτή την έννοια, η όλη εργασία μας για τον Σκλάβο ξεπερνά τα στενά όρια του διδακτορικού, του βιβλίου, της μελέτης κ.τ.λ. και προσλαμβάνει πλέον μια μόνιμη μορφή, ακόμη και υπαρξιακές συνιστώσες, συνεπαγωγές ή επιπτώσεις. Και, τέλος, ο Σκλάβος μάς βοήθησε να καταλάβουμε το βαθύτερο νόημα της δημιουργίας, τον απόλυτο χαρακτήρα της, την αξία της συνεχούς -ακόμη και της άνισης, λόγω των αντικειμενικών ή των εξωτερικών δυσκολιών, που πολλές φορές είναι ίσως και αξεπέραστες- προσπάθειας κατάκτησης της γνώσης, της μορφής, της τελειότητας.

4*.  Σύμφωνα με τον καθηγητής μας, Ο. Revault dAllonnes, η προσέγγιση μας του υλικού στο Σκλάβο συνιστά εισφορά στην αισθητική της μοντέρνας γλυπτικής, και μάλιστα έκανε δημόσια αναφορά σ’ αυτήν στο Σεμινάριο Αισθητικής στη Σορβόννη. Φαίνεται όμως ότι μερικοί έλληνες «ειδικοί» έχουν καλύτερη γνώση από τον Ο. Revault dAllonnes. Τί κρίμα που δεν τους έχει ανακαλύψει ακόμη η Σορβόννη, για να τους καλέσει να διδάξουν μεταξύ άλλων και το ευτράπελο, ότι ο Πόλλοκ, μάλιστα ο Πόλλοκ δεν ήταν και κανένας μεγάλος καλλιτέχνης, αφού δεν έκανε συστηματικό έργο, το έργο του, δηλαδή, δε δημιουργεί σύστημα… Ή ακόμη χειρότερα: ο Πόλλοκ δεν συγκρότησε κάποιο σύστημα!

5*.  Συγχρόνως μέσα από αυτή τη συστηματική αναφορά στους μεγάλους κριτικούς αισθητικούς θεωρητικούς, οι οποίοι στηρίζονται όλοι στον νεαρό Λούκατς, με τις  αλληλοεπιδράσεις, και τις συζητήσεις του στη συνέχεια, προσπαθούμε να επικαιροποιούμε την όλη αισθητική θεωρητικοποίηση και πολύ συχνά προσπαθούμε, σε διάλογο πάντα και με τον Γκράμσι και τον νεαρό Μαρξ, να διαμορφώσουμε νέες θεωρητικοποιήσεις, νέα πάντοτε προχωρήματα της αισθητικής, με αναφορά ή αφετηρία το έργο και γενικότερα το παράδειγμα του Σκλάβου. Αυτή η σύνθετη και αρκετά πολύπλοκη θεωρητική επεξεργασία, χωρίς να ξεφύγει ποτέ από τη σύλληψη της σχέσης του μερικού και του συγκεκριμένου (Σκλάβος, έργο, παράδειγμα του), αναδεικνύει και την αδιαχώριστη σχέση ακριβώς αυτού του πολύ πλούσιου παραδείγματος, με την έννοια του Γκολντμάν, με το γενικό, διαμορφώνοντας έτσι τις προϋποθέσεις για ένα μετακριτικό και μετααισθητικό άλμα προς τη σύλληψη και διαμόρφωση της σύνθετης  και πολύπλοκης – πολύμορφης σήμερα (μετα-)αισθητικής.

6*.  Αυτός είναι και ένας από τους σημαντικότερους λόγους για την ανάπτυξη της μεταφυσικής του κενού, φαινόμενο πολύ συχνό στους καλλιτέχνες της μοντέρνας τέχνης και στον Σκλάβο ιδιαίτερα.

  

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

1.          Βλ. Β. Φιοραβάντες, Κοινωνική θεωρία και αισθητική, Αρμός, μέρος ΙΙ, Θεωρία Πολιτισμού, Ψηφίδα, τ.Ι,  Προς τη μεταπαγκοσμιοποίηση, Ζήτη, Η εποχή της καθορισμένης άρνησης, Αρμός.

2.          Βλ. Β. Φιοραβάντες, Σκλάβος, Παρουσία.

3.          Βλ. Β.Φιοραβάντες, Τζιακομέττι, Παπαζήσης, Β’ έκδ., 2004

4.          Βλ. J. Habermas, Connaissance et intérêt, Gallimard, μ.σ. TEL.

5.          Εκδ. Αρμός, περίπου 200 σελίδες.

6.          Βλ. και τα κείμενα που ανταποκρίνονται άμεσα σε αυτή τη σφαιρική καμπή της σκέψης μας: Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση (Ζήτη), Η εποχή της καθορισμένης άρνησης (Αρμός), Κριτική της τέχνης-κριτική της παγκοσμιοποίησης (συλλ. Επ. Επ. Β.Φ., Νησίδες), Νέα ανθρωπολογία και μοντέρνα τέχνη (συλλ. Επ. Επ. Β.Φ., Ζήτη), Προς τη νέα ανθρωπολογία (συλλ. Επ. Επ. Β.Φ., Αρμός) και  τις δημοσιεύσεις μας στα blog μας, τις σημειώσεις μας, τις ημερίδες κ.α. που οργανώσαμε.

7.          Παπαζήσης, β΄ έκδ.

8.          Εκδ. Κlincksieck.

9.          Βλ. και άλλα κεφάλαια στη συνέχεια του κειμένου.

10.       Η απόδοση – μετάφραση της λέξης αυτής, με λατινική ρίζα, στα ελληνικά είναι δύσκολη. Βλ. και επόμενα κεφάλαια.